Σύμφωνα με την επαγγελματική μου δεοντολογία, είναι καθήκον μου να διαφυλάξω τα όσα μου εμπιστεύονται οι πελάτες μου. Θα επιδιώξω να προστατεύσω την ιδιωτικότητά τους σε κάθε περίπτωση. Δεν θα μεταφέρω σε κανέναν τα όσα συζητήθηκαν, εκτός και αν ο πελάτης δώσει γραπτώς τη συγκατάθεσή του.
Υπάρχουν συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου ίσως χρειαστεί να αποκαλύψω πληροφορίες γι' αυτούς σε κάποιον τρίτο. Οι περιπτώσεις στις οποίες η εμπιστευτικότητα δεν θα τηρηθεί είναι οι εξής:
- Η ασφάλεια του πελάτη μου και ενός τρίτου προσώπου διατρέχει σημαντικό κίνδυνο.
- Υπάρχει η πιθανότητα διάπραξης ενός σοβαρού εγκλήματος.
- Ένα παιδί, ένας ηλικιωμένος, ένα ανάπηρο ή άλλο ευάλωτο άτομο έχει κακοποιηθεί ή διατρέχει σημαντικό κίνδυνο κακοποίησης.
Σε κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις, θα συζητήσω σε κάθε ευκαιρία το θέμα με τους πελάτες μου. Μαζί θα ερευνήσουμε το τι θα θελήσει ο πελάτης μου ή εγώ να αποκαλύψουμε σε κάποιο τρίτο πρόσωπο. Θα επιδιώξω τη συγκατάθεσή τους για κάθε αποκάλυψη που θα κάνω και θα δώσω μόνο εκείνες τις πληροφορίες, οι οποίες είναι απαραίτητες για την προστασία του πελάτη μου ή ενός τρίτου προσώπου και δεν θα αποκαλύψω το σύνολο όσων μου έχει πει ο πελάτης μου.
Μετά από κάθε συνεδρία, συνήθως γράφω μια περίληψη των όσων συζητήθηκαν και η περίληψη αυτή μπαίνει σε ένα αρχείο, το οποίο αποθηκεύεται κάπου που μόνο εγώ έχω πρόσβαση. Σε περίπτωση που χρειαστεί παραπομπή σε άλλη υπηρεσία ή ειδικό θα υπάρχει μια σύντομη περιγραφή των ζητημάτων, αίτημα συγκεκριμένης θεραπείας όπου αυτό είναι απαραίτητο, και πληροφορίες που θα βοηθήσουν αυτόν που παραλαμβάνει την παραπομπή να αξιολογήσει το πόσο γρήγορα θα πρέπει να κανονιστεί κάποιο ραντεβού.