Όταν γνωρίζουμε την πηγή προέλευσης του άγχους, τότε αυτό το ονομάζουμε φοβία. Μπορεί έτσι να έχουμε φοβία για κάποιο ζώο, για το ύψος, για τους κλειστούς χώρους, για τα αεροπλάνα, τις ενέσεις, τον οδοντογιατρό κ.λ.π. Στις περιπτώσεις αυτές το άγχος συνδέεται με την παρουσία του 'φοβογόνου' αντικειμένου, έχουμε π.χ. άγχος όταν βρεθούμε στην δύσκολη κατάσταση αλλά με την απομάκρυνσή μας από αυτήν δεν αντιμετωπίζουμε κανένα πρόβλημα.
Το θετικό με τις ειδικές φοβίες σε σχέση με άλλες αγχώδεις εκδηλώσεις είναι ότι δεν παρεμποδίζουν πάντοτε την λειτουργικότητα του ατόμου. Ειδικά στις περιπτώσεις που κάποιος έχει μια φοβία για κάποιο αντικείμενο/περίσταση που δεν συναντά στην καθημερινότητά του (π.χ. υψοφοβία), μπορεί να εκδηλώσει ελάχιστες φοβικές εκδηλώσεις. Βεβαίως, σε ορισμένους φοβικούς ακόμη και η σκέψη του αντικειμένου ή της κατάστασης είναι αρκετή για την εκδήλωση συμπτωμάτων πανικού.
Οι άνθρωποι φοβούνται διάφορα πράγματα, από ζώα και φυσικά φαινόμενα έως καταστάσεις. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν 3 κύριες κατηγορίες ειδικών φοβιών: φόβος ζώων (π.χ. αράχνες, σκύλοι, κατσαρίδες, φίδια), φόβος αίματος-ένεσης και φόβος καταστάσεων (π.χ. υψοφοβία, κλειστοφοβία). Οι υπόλοιπες ειδικές φοβίες κατατάσονται σε μια τέταρτη κατηγορία και μπορούν να περιλαμβάνουν φόβο προς κάθε ερέθισμα (π.χ. κλόουν, δυνατοί ήχοι, καιρικά φαινόμενα).
Διαγνωστικά Κριτήρια
Τα διαγνωστικά κριτήρια της ειδικής φοβίας, όπως περιγράφονται από το DSM-IV-TR είναι τα ακόλουθα:
• Έκφραση αδικαιολόγητου και υπερμετρου άγχους και φόβου λόγω παρουσίας κάποιου φοβικού ερεθίσματος (αντικείμενο, κατάσταση κτλ), για διάστημα τουλάχιστον ενός μήνα.
• Όταν το άτομο εκτίθεται στο φοβικό ερέθισμα εκφράζει άμεσα συμπτώματα φόβου και άγχους, τα οποία μοιάζουν κρίσεις πανικού. Στα παιδιά ο φόβος και το άγχος μπορεί να εκφράζονται ως κλάμα ή πάγωμα του βλέμματος.
• Το άτομο αναγνωρίζει πως ο φόβος του είναι υπερβολικός και αδικαιολόγητος. Αυτό το σύμπτωμα μπορεί να μην εμφανίζεται στα παιδιά.
• Το άτομο αποφεύγει το φοβικό ερέθισμα. Όταν αναγκάζεται να το αντιμετωπίσει, αυτό γίνεται με υπέρμετρο άγχος και ένταση.
• Η αποφυγή του φοβικού ερεθίσματος και τα συμπτώματα άγχους όταν το άτομο αντιμετωπίζει τα φοβικά ερεθίσματα, παρεμποδίζουν σε σημαντικό βαθμό την λειτουργικότητα του σε προσωπικό, κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλο τομέα της ζωής του.
Πώς δημιουργούνται;
Υπάρχουν πολλές διαφορετικές θεωρίες που προσπαθούν να εξηγήσουν τον τρόπο με τον οποίο προκαλούνται οι ειδικές φοβίες. Πιο κάτω θα δούμε την θεωρία των επίκτητων φόβων και την κοινωνική μάθηση των φόβων.
Σύμφωνα με την πρώτη, οι άνθρωποι γεννιούνται έχοντας “γονιδιακά κωδικοποιημένους” ορισμένους βασικούς φόβους. Δηλαδή, με βάση τη θεωρία της εξέλιξης για να μπορέσει το είδος μας να επιβιώσει στο επικίνδυνο περιβάλλον του, ήταν προικισμένος με ορισμένους βασικούς φόβους προς πράγματα και καταστάσεις που μπορεί να τον βλάψουν. Με αυτή τη λογική, φόβοι όπως αυτοί για τα ερπετά, τις κατσαρίδες και τα αγνώστα πρόσωπα, μας προστατεύει από τέτοιες επικίνδυνες καταστάσεις. Μπορεί μόλις μία στις χίλιες να είναι πραγματικά επικίνδυνη, αλλά ακόμη και έτσι, το αποτέλεσμα είναι η ασφάλειά μας.
Η δεύτερη θεωρία υποστηρίζει πως μαθαίνουμε να φοβόμαστε συγκεκριμένες φοβίες εξαιτίας κάποιου κοινωνικού πρότυπου, ή κάποιου παθήματος που μας έγινε μάθημα. Γεννιόμαστε σε ένα περιβάλλον γεμάτο κινδύνους τους οποίους αγνοούμε, και μαθαίνουμε τί είναι επίκινδυνο και τι όχι, ακολουθώντας τα πρότυπα του περιβάλλοντός μας. Δεν αγγίζουμε το μάτι της κουζίνας γιατί έτσι μας έμαθε η μαμά και όχι γιατί έτσι μας λέει το ένστικτό μας, δεν παίζουμε με τις πρίζες του σπιτιού γιατί είδαμε τον μπαμπά που τον χτύπησε ρεύμα όταν έβαλε τα γυμνά του δάχτυλα εκεί κ.τ.λ.
Επίσης, αν βρεθούμε σε μια κατάσταση όπου υπήρχε μια αρνητική αντίδραση (π.χ. ταξίδι με αεροπλάνο, όπου υπήρχε κακοκαιρία, και έπρεπε ο πιλότος να κάνει επείγον προσγείωση στην κοντινότερη πόλη) τότε μπορεί ένας να αναπτύξει φοβία προς τα αεροπλάνα αφού το έχουμε συνδέσει με κάποια αρνητικά αποτελέσματα.
Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να αποκτήσουμε μια φοβία, είναι να το ζήσουμε. Για παράδειγμα εάν μας κυνηγήσει ένα σκυλί και μας τραυματίσει -ιδιαίτερα σε κάποια νεαρή ηλικία- υπάρχει πιθανότητα να γενικεύσουμε τον φόβο προς όλα τα σκυλιά, αναπτύσσοντας έτσι σκυλοφοβία. Εάν πέσουμε από τον πρώτο όροφο μιας πολυκατοικίας και σπάσουμε το πόδι μας, είναι πιθανό να αναπτύξουμε υψοφοβία. Αυτού του είδους η ανάπτυξη φοβιών ονομάζεται κλασσική εξαρτημένη μάθηση.
Θεραπεία
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι προσέγγισης και καταπολέμησης των ειδικών φοβιών οι οποίοι μπορούν να χωριστούν σε δύο κυρίως κατηγορίες, αυτές της ψυχοθεραπείας και της ψυχοφαρμακολογίας. Φυσικά η κάθε μέθοδος έχει τους δικούς της στόχους και συνήθως ένας συνδυασμός των δύο έχει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.
Η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία κρατάει τα ηνία στη θεραπεία των φοβιών. Μια απο τις διαδικασίες εξάλειψης είναι η “συστηματική απευαισθητοποίηση”, που στόχος της είναι η σταδιακή αποσυσχέτιση του ερεθίσματος με τα αισθήματα του φόβου ή αηδίας που πιθανόν προκαλεί. Το άτομο μπορεί να ζητηθεί να κάνει μια λίστα των καταστάσεων που τον φοβίζουν και στη συνέχεια να τις κατατάξει από αυτή που του δημιουργεί τα λιγότερα αρνητικά συναισθήματα, προς αυτή που του προκαλεί τα ισχυρότερα (π.χ. η φωτογραφία ενός αεροπλάνου μπορεί να φοβίζει ελάχιστα το άτομο, ένα βίντεο αεροπλάνου εν ώρα πτήσης να προκαλεί μετρίου βαθμού φόβο, ενώ η πραγματική πτήση δημιουργεί αίσθημα πανικού). Αφού γίνει αυτό, το άτομο σε συνεργασία με τον ψυχολόγο, προσπαθεί να αντιμετωπίσει μία-μία τις φοβικές καταστάσεις, από τις πιο ήπιες προς τις πιο σοβαρές. Η απευαισθητοποίηση μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους. Το άτομο μπορεί απλά να κληθεί να αντιμετωπίσει άμεσα τους φόβους του (π.χ. να δει φωτογραφίες αεροπλάνου, βίντεο, να πετάξει σε μια εικονική πτήση, να μπει σε αεροπλάνο και τέλος να πετάξει) ή να αντικαταστήσει τα αρνητικά συναισθήματα με θετικά. Το δεύτερο γίνεται συνήθως χρησιμοποιώντας κάποιες τεχνικές χαλάρωσης οι οποίες δημιουργούν ευχάριστα συναισθήματα, ακολουθούμενες από το φοβικό ερέθισμα. Σταδιακά, το φοβικό ερέθισμα θα συνδεθεί με αυτά τα ευχάριστα συναισθήματα.
Ένας άλλος στόχος της γνωσιακής-συμπεριφορικής θεραπείας, είναι να αλλάξει τον τρόπο σκέψης του ατόμου για το φοβικό ερέθισμα, τόσο κατά την ώρα της φοβικής αντίδρασης, όσο και γενικότερα. Το αποτέλεσμα είναι το άτομο να ενδυναμωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να αποκτήσει -σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα- τον έλεγχο των συναισθημάτων και των σκέψεών του, να αλλάξει κάποιες παράλογες/απόλυτες σκέψεις και να αντικαταστήσει άλλες με πιο ισσοροπημένες.