Η Τεκνοθεσία:
Θέματα και δυσκολίες για το υιοθετημένο παιδί και τους θετούς γονείς. 

Η τεκνοθεσία αποτελεί την κατάληξη της επιθυμίας δύο ενηλίκων να αποκτήσουν παιδί, όταν όλοι οι άλλοι τρόποι δεν έχουν φέρει αποτέλεσμα. Είναι ταυτόχρονα και μια λύση για το ίδιο το παιδί, που αποφεύγει τις συνέπειες ενός προβληματικού περιβάλλοντος και τη ζωή στο ίδρυμα. Είναι μεγάλης σημασίας να αναφέρουμε κάποια απο τα θέματα που απασχολούν αποκλειστικά τα άτομα που εμπλέκονται σε αυτή τη διαδικασία, για να είναι καλύτερα προετοιμασμένοι στο μέλλον.

 

Είναι μύθος ή αλήθεια ότι τα υιοθετημένα παιδιά έχουν ψυχολογικά προβλήματα και συναισθηματικές ή συμπεριφορικές δυσκολίες;

Είναι ΛΑΘΟΣ να υποθέσουμε ότι ισχύει το πιο πάνω σχόλιο, και να γενικεύουμε. Eντοπίζεται συνήθως ένας βαθμός συναισθηματικής στέρησης που ποικίλλει ανάλογα με την ηλικία κατά την οποία το παιδί αποχωρίστηκε τη φυσική του μητέρα. Πολλά υιοθετημένα παιδιά έχουν ευτυχισμένα και δημιουργικά παιδικά χρόνια. Ορισμένα παρουσιάζουν διαταραχές στην παιδική ηλικία, οι οποίες όμως μπορεί να εξαφανιστούν όταν φτάσουν στην ενηλικίωση.  Κάποια απο τα θέματα που έρχονται στην επιφάνεια κατα τη διάρκεια της ανάπτυξης τους είναι αυτά της απόρριψης/ εγκατάλειψης, χαμηλής αυτοεκτίμησης, θλίψης και ταυτότητας. Καλά θα ήτανε τα άτομα που ενδιαφέρονται να υιοθετήσουνε, να κάνανε κάποιες συνεδρίες με ένα ειδικό, για να πάρουνε μία γενική εικόνα για το τί μπορεί το παιδί να περνάει, και να δούνε τα πράγματα απο την δική τους την πλευρά.

Το σίγουρο είναι ότι αυτά τα παιδιά χρειάζονται στήριξη και βοήθεια στο να βρούνε την ταυτότητα τους μέσα στην καινούργια τους οικογένεια, και να πιστέψουν πως τον αγαπάνε αληθινά και δεν θα φύγουν κι αυτοί να τον εγκαταλείψουν.


Θα πρέπει οι γονείς να πούνε την αλήθεια, και αν ναι, πότε;

Ο πιο σίγουρος δρόμος για τη δημιουργία μιας ουσιαστικής σχέσης εμπιστοσύνης με το παιδί, είναι να του πουν την αλήθεια για την υιοθεσία του. Όχι μόνο και οι ίδιοι οι γονείς απαλάσσονται από το βαρύ φορτίο ενός «μυστικού», αλλά και όταν το παιδί γνωρίζει από μικρό την αλήθεια, βοηθιέται να αποδεχτεί πιο ομαλά την πραγματικότητα της υιοθεσίας και να την κάνει μέρος της προσωπικής του ιστορίας, διαμορφώνοντας έτσι την ταυτότητά του.
Η καλύτερη περίοδος είναι μεταξύ 3-6 χρονών, τότε που το παιδί αρχίζει να ρωτάει ερωτήσεις όπως: “πώς ήρθα σε αυτόν τον κόσμο”. Είναι μια καλή ευκαιρία για να μάθουν πώς δημιουργούνται οι οικογένειες, αλλά και για τη δική του ιστορία. Το να περιμένετε μέχρι την εφηβεία δεν συνιστάται. 


Πώς μπορεί ένας ψυχολόγος να βοηθήσει το παιδί, ή την οικογένεια για την ανάπτυξη μίας υγιής σχέσης;

•    Ψυχοθεραπεία παιδιού/ εφήβου
Μέσω της ψυχοθεραπείας, το παιδί/έφηβος μαθαίνει να συνδέεται συναισθηματικά με άλλους και να δημιουργεί σχέσεις εμπιστοσύνης. Εκφράζει τα διάφορα ερωτήματα του όπως «γιατί με έδωσαν», χωρίς να φοβάται ότι πληγώνει ή απογοητεύει το άτομο απέναντι του. Στην συνέχεια καθησυχάζεται για την αξία του, και παίρνει το μήνυμα πως είναι αποδεκτός γι αυτό που ακριβώς είναι. 
Επίσης, ο ψυχολόγος προσφέρει αρκετή βοήθεια στο να μάθουν πως η απουσία των βιολογικών γονιών απο τη ζωή τους, δεν σημαίνει εγκατάλειψη. Η απόφαση τους να τους δώσουν για υιοθεσία δεν έχει να κάνει τίποτα με το ίδιο το παιδί, αλλά με τους γονείς.

•    Ψυχοθεραπεία και γονείς
Οι συναντήσεις με τους γονείς βοηθούν στην ευαισθητοποίηση των ψυχολογικών θεμάτων του παιδιού, αλλά και με δικά τους θέματα για το πώς είναι να είσαι θετός γονιός. Δείνει εισηγήσεις για το πώς να μιλήσουν στο παιδί για την υιοθεσία, στηρίζει όταν υπάρχουν συγκρούσεις και καθησυχάζει πως το πρόβλημα της απώλειας που συνδέεται με την υιοθεσία μπορεί να ξεπεραστεί. 

Οι συναντήσεις με τους θετούς γονείς έχουν σαν στόχο την ευημερία του παιδιού. Είναι σημαντικές όχι μόνο για την ευαισθητοποίηση των ψυχολογικών θεμάτων που περνάει το παιδί, αλλά και για την καλύτερη αντιμετώπιση τους μέσω της «ψυχοεκπαίδευσης» που τους παρέχεται απο τον ψυχολόγο. 
Το αποτέλεσμα είναι η βελτίωση της σχέσης και της επικοινωνίας μεταξύ τους.